ΑΡΙΑΔΝΗ

Μόλις χτύπησε το κουδούνι σχεδόν έτρεξα στο εργαστήριο, σαν παλαβή! Δεν είπα ούτε γεια στα κορίτσια! Όχι πως το άξιζε η Ελπίδα, αλλά έστω από ευγένεια… Ήθελα τόσο πολύ να τον δω που δε μ’ ένοιαζε τίποτε άλλο.
Μόλις έφτασα απ΄ έξω, η αίθουσα ήταν ήδη ανοιχτή. Μπαίνοντας μέσα βρήκα την καθηγήτρια να γράφει στον πίνακα και το Στέφανο να κάθεται στη θέση του. Πότε πρόλαβε να έρθει; Παράξενο… Απώθησα από το μυαλό μου το παράξενο του γεγονότος και άνοιξα την μπροστινή θήκη της τσάντας μου, για να αφήσω το κινητό μου. Μόνο που τώρα δεν ήταν άδεια, όπως την είχα αφήσει… Μέσα βρήκα ένα διπλωμένο χαρτί… Το άνοιξα και οι στίχοι που ήταν γραμμένοι με έκαναν να ανατριχιάσω…
“Δεν είναι κρίμα;
Να κατεβαίνεις απ’ τα ουράνια στρώματα λουσμένη στο φως
και να σ’ ερωτεύεται ένας δαίμονας…
Εσύ έχεις στην πλάτη σου φτερά από μετάξι
κι εγώ μες στα μάτια μου την ίδια την κόλαση…”
Τώρα τι στο καλό ήταν αυτό; Ποιος θα μπορούσε να γράψει κάτι τέτοιο; Και ξαφνικά έκανα κλικ… Μόνο ενός μπορούσαν να σκοτεινιάσουν τα μάτια του λες και ζούσαν μέσα τους δαίμονες… Όμως δε θα του το χαλούσα. Θα έπαιζα το παιχνίδι του κι όπου έβγαινε…
Κάθισα δίπλα του με προσποιητή νωθρότητα, κρατώντας το χαρτί στο δεξί μου χέρι. Δεν είπα τίποτα… Ήμουν περίεργη τι θα έλεγε εκείνος…
– Γεια σου Αριάδνη. Τι είναι αυτό που κρατάς;
Ενθουσιασμός, χαμογελάκι και θεατρική απορία. Το παλιόπαιδο έχει θράσος…
– Γεια σου Στέφανε. Τώρα τι να σου πω… Το βρήκα στην τσάντα μου αλλά δε θα μπω στον κόπο να το αναλύσω τώρα. Πάντως, απ’ ότι φαίνεται, σε κάποιον αρέσει ο Σαίξπηρ.
Αυτό του το είπα με μια δόση αδιαφορίας… Άρπα την Στέφανε Νικολάου! Αυτό το παιχνίδι δε θα το παίξεις μόνος σου. Για να σε δω τώρα…
– Σαίξπηρ, ε; Δεν μπορώ να σκεφτώ ποιος μπορεί να είναι…
– Ούτε ‘γω, αφού δεν ξέρω ούτε τα ονόματα των περισσότερων. Πάντως, όποιος κι αν είναι, μού κίνησε το ενδιαφέρον.
Απότομη ανάσα. Τόσο μικρή, σχεδόν ανύπαρκτη. Αλλά εγώ την είδα. Πες μου τι θέλεις τέλος πάντων!
– Ώστε σου κίνησε το ενδιαφέρον… Πολύ τυχερός ο τύπος…
– Το αν είναι τυχερός ή όχι θα εξαρτηθεί από το τι εννοεί.
– Από το τι εννοεί;
– Φυσικά. Τι πάει να πει αυτό που έγραψε τέλος πάντων; Δεν ξέρω αν έχω τόση υπομονή ώστε να κάτσω να λύσω τους γρίφους του. Υπάρχουν πιο σημαντικά θέματα να με απασχολούν…
– Όπως;
– Όπως η προετοιμασία για τις εξετάσεις της Royale.
– Θες να μπεις στη Royale; – τα μάτια του έλαμψαν ξαφνικά…
– Ναι… Την ξέρεις;
– Φυσικά. Η μάνα μου είναι vocal coach.
Σοκ! Ο τύπος είναι μουσικός…
– Και να φανταστώ ότι το μικρόβιο πέρασε και σε σένα;
– Παίζω κιθάρα και τραγουδάω. Μάλιστα με τους φίλους μου έχουμε μπάντα και ψάχνουμε πλήκτρα.
Δεν κατάλαβα πώς βγήκαν οι λέξεις από το στόμα μου…
– Δοκίμασε εμένα.
– Είσαι σίγουρη κουκλίτσα; Παίζουμε ροκ και μέταλ.
– Τι σημασία έχει; Αφού παίζω κλασική μουσική, μπορώ να παίξω τα πάντα.
– Δεν είναι το παίξιμο το θέμα. Το θέμα είναι να καταλαβαίνεις, να νιώθεις τι παίζεις.
– Και πιστεύεις ότι εγώ δεν μπορώ να νιώσω; Έλα ρε Στέφανε… Μπορώ να δοκιμάσω τουλάχιστο.
– Άσε με να το σκεφτώ, να το συζητήσω με τους άλλους και βλέπουμε.
Η κουβέντα μας κόπηκε απότομα αφού το μάθημα είχε ήδη ξεκινήσει. Η καθηγήτρια μάς υπέδειξε να αντιγράψουμε αυτά που ήταν στον πίνακα και σηκώθηκα για να πάρω τα πράγματά μου, αλλά ο Στέφανος δε με άφησε.
– Δεν είναι ανάγκη αφού αργότερα θα τα περάσεις στο κανονικό σου τετράδιο.
Μού έδωσε μια κόλλα χαρτί κι ένα μαύρο στυλό, του χαμογέλασα και άρχισα ν’ αντιγράφω. Το μυαλό μου όμως είχε μείνει κολλημένο στους στίχους του… Έμοιαζαν τόσο πολύ με τα σονέτα… Αλλά αυτή τη φορά δεν είχα απέναντί μου τον Άγγλο ποιητή. Απέναντί μου βρισκόταν ένα αγόρι που μόλις είχα γνωρίσει, που τον παρακαλούσα να μπω στην μπάντα του και που αποκαλούσε τον εαυτό του “δαίμονα”… Τι ακριβώς έπρεπε να σκεφτώ; Ήμουν τόσο μπερδεμένη… Και το μόνο που είχα ήταν ένα κομμάτι χαρτί…
Ούτε που κατάλαβα πότε χτύπησε το κουδούνι… Ευτυχώς μετά είχαμε χωριστά μαθήματα και θα μπορούσα να σκεφτώ ανενόχλητη. Πήρα την τσάντα μου κι έφυγα χωρίς να κοιτάξω πίσω μου. Ένιωθα λες και μόλις είχα γίνει πιόνι σε μια μακάβρια σκακιέρα…

Leave a comment