ΣΥΝΕΧΕΙΑ

(ΣΤΕΦΑΝΟΣ)

Άρχισε να υπαγορεύει το τι έπρεπε να έχουμε στο μάθημά του και η Αριάδνη έσπευσε να τα σημειώσει. Έβγαλε από την τσάντα της μια μαύρη κασετίνα και μια κομψή, ασημένια ατζέντα. Έγραφε με γρήγορες, κοφτές κινήσεις. Τα γράμματά της ήταν καλλιγραφικά με ουρές, βγαλμένα από άλλη εποχή… Κοιτούσα τόσο επίμονα την ατζέντα της, που την ανάγκασα να σπάσει τη σιωπή της.

  • Τι κοιτάς;
  • Το γραφικό σου χαρακτήρα… Συγγνώμη για πριν. Έπρεπε να σε ρωτήσω πρώτα.

Θαύμα! Κι άλλη παραξενιά μέσα σε μια μέρα! Εγώ που δεν έριξα ποτέ τον εγωισμό μου για κανένα, το έκανα τώρα για μια άγνωστη…

  • Δεκτή η συγγνώμη. Συγγνώμη κι από μένα… Δεν είναι του χαρακτήρα μου ν’ αντιδρώ έτσι. Όμως έπρεπε να είσαι πιο ευγενικός.
  • Άρα τώρα είμαστε πάτσι.

Της χαμογέλασα και μού αντιγύρισε το πιο γλυκό χαμόγελο που είδα ποτέ. Ήθελα τόσο πολύ ν’ αγγίξω εκείνα τα λακκάκια μα κρατήθηκα…

Η ώρα περνούσε χωρίς να πούμε τίποτε άλλο. Κάποια στιγμή ένας άλλος καθηγητής έφερε το πρόγραμμα μαθημάτων μας και αναρωτιόμουν αν θα είχαμε κάποιο κοινό μάθημα. Την απορία που δεν εξέφρασα με λόγια μού την έλυσε μόνη της.

  • Δεύτερη ώρα έχω Χημεία… Εσύ;
  • Κι εγώ. Τι άλλα μαθήματα επέλεξες;
  • Μουσική, βιολογία και φυσική ενδιαφέροντος.
  • Οπότε δύο στα τρία.
  • Τι εννοείς;
  • Εννοώ ότι έχουμε κοινά τα δύο από τα τρία επιπλέον μαθήματα κατεύθυνσης. Χημεία και μουσική. Πώς και διάλεξες τόσο δύσκολα μαθήματα;
  • Για τις θετικές επιστήμες μιλάς; Μα για μένα δεν είναι δύσκολα! Στο προηγούμενό μου σχολείο, το μισό μου πρόγραμμα ήταν θετικής κατεύθυνσης.

Της χαμογέλασα νωθρά και χάθηκα στις σκέψεις μου. Άρχισα να σκέφτομαι πως εκτός από τρομερά όμορφη ήταν και ενδιαφέρουσα. Δεν ήταν σαν τα περισσότερα κορίτσια που ήξερα… Αυτή ήταν τόσο διαφορετική: έμοιαζε εύθραυστη σαν πίνακας της Αναγέννησης αλλά συνάμα και τόσο δυναμική. Ένας άγγελος που ήρθε για να με τιμωρήσει…

Το κουδούνι χτύπησε και έκανε να φύγει αλλά άρπαξα το χέρι της. Μια ρυτίδα απορίας σχηματίστηκε στο μέτωπό της γι’ αυτό έσπευσα να της εξηγήσω.

  • Φαντάζομαι πως δεν ξέρεις πού βρίσκεται η αίθουσα 27… Οπότε, αφού κι εγώ προς τα κει πάω, θα ήταν τιμή μου να σε συνοδεύσω.
  • Δίκιο έχεις… Άρα οκ…

Βγήκαμε από την τάξη, κατεβήκαμε τη σκάλα και μπήκαμε στο εργαστήρι της Χημείας. Όσοι κάναμε και πέρσι το μάθημα, αφήσαμε τις τσάντες μας δίπλα στα ντουλάπια και της έγνεψα να κάνει το ίδιο.

  • Εγώ από πέρσι κάθομαι στη μέσα πλευρά του δεύτερου πάγκου. Θες να κάτσεις δίπλα μου;

Με κοιτούσε σκεφτική κι εγώ κρατούσα την αναπνοή μου… Ευτυχώς δεν κράτησε πολύ η σιωπή της γιατί θα έσκαγα…

  • Εμ… Είσαι σίγουρος; Εννοώ… κάθομαι και στην τάξη μαζί σου. Δε θα με βαρεθείς;
  • Φυσικά όχι! Θα’ χει πλάκα να κάνουμε τα πειράματα μαζί!
  • Αφού το θέτεις έτσι, οκ.

Για ακόμα μια φορά επανέλαβα στο κεφάλι μου τη νέα αγαπημένη μου λέξη: ευτυχία…

Κάθισα και η Αριάδνη ήρθε δίπλα μου. Μετά από λίγο μπήκε μια καθηγήτρια που δεν είχα ξαναδεί.

  • Καλημέρα. Είμαι η Ελευθερίου Αρέστια και κατά πάσα πιθανότητα θα σας κάνω εγώ το μάθημα. Δουλεύω με ζευγάρια γι’ αυτό ο καθένας σας θα συνεργάζεται με το άτομο στ’ αριστερά του. Δε θα γίνει καμιά αλλαγή, εκτός αν κάποιο ζευγάρι αποφασίσει να μου ανατινάξει την αίθουσα. Για να γνωριστείτε, θέλω ο κάθε ένας να κάνει μια λίστα με πληροφορίες για ζευγάρι του η οποία θα παρουσιαστεί στην τάξη σε μια βδομάδα. Και τώρα πάρτε τετράδιο για να σημειώσετε τι θα φέρνετε μαζί σας.

Άρχισα να σημειώνω μηχανικά. Το μόνο που μ’ ένοιαζε ήταν το πότε θα την έβλεπα ανάμεσα στους δοκιμαστικούς σωλήνες.

Χτύπησε το κουδούνι για το διάλειμμα και βούλιαξα απότομα. Για ένα ολόκληρο τέταρτο δε θα βρισκόταν δίπλα μου, δε θα μύριζα το άρωμά της… Η λέξη «ζήλεια» ήταν πολύ μικρή κι αθώα για να περιγράψει αυτό που άρχισε να με κατατρώει… Και τότε ακόμα μια παλαβή ιδέα μού καρφώθηκε στο κεφάλι: να την πλησιάσω αφήνοντάς της στίχους στην τσάντα της. Φοβόμουν να την κάνω να με ερωτευτεί αλλά, από την άλλη, ήθελα τόσο απεγνωσμένα την προσοχή της, το χαμόγελό της. Ήθελα απελπισμένα να κάνω την καρδιά της να χτυπήσει πιο δυνατά.

Όσο περπατούσα προς τους υπόλοιπους, ήδη οι πρώτοι στίχοι είχαν σχηματιστεί στο μυαλό μου. Το μόνο που έμενε ήταν να τους δώσω σάρκα και αίμα… Κάθισα στο παγκάκι χωρίς να πω λέξη, έβγαλα το τετράδιό μου κι ένα στυλό και άρχισα να γράφω. Με κοιτούσαν παραξενεμένοι και ο Αχιλλέας, σε ρόλο Σέρλοκ Χολμς, είπε να διαλευκάνει την υπόθεση…

  • Τι κάνεις ρε;
  • Δεν είναι προφανές; Γράφω…
  • Το ξέρω. Αλλά εσύ έχεις να γράψεις από το Γυμνάσιο… Τι γράφεις;
  • Αυτό, είναι το μυστικό μου.

Σχημάτισα ένα σαρδόνιο χαμόγελο στα χείλη μου κι έμεινε να με κοιτάζει απορημένος. Το βλέμμα του ήταν γεμάτο προσδοκία αλλά δεν έβγαλα λέξη και τελικά με άφησε στην ησυχία μου.

Αφού τέλειωσα το γράψιμο έμενε να λύσω το πρακτικό πρόβλημα: πώς θα έβαζα το χαρτί στην τσάντα της Αριάδνης;